Πότε πρέπει να απευθυνθείτε σε λογοθεραπευτή για το παιδί σας;
Η ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας είναι ένα από τα σημαντικότερα στάδια στην εξέλιξη ενός παιδιού. Μέσα από τον λόγο, το παιδί μαθαίνει να εκφράζει τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του, να συνδέεται με τους άλλους και να αναπτύσσει δεξιότητες που θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή. Ωστόσο, κάθε παιδί αναπτύσσεται με τον δικό του ρυθμό, και δεν είναι πάντα εύκολο για τους γονείς να καταλάβουν πότε οι δυσκολίες που παρατηρούν ανήκουν στο φάσμα του «φυσιολογικού» ή πότε χρειάζονται την παρέμβαση ενός ειδικού.
Σημαντικό είναι να τονίσουμε ότι η πρώιμη παρέμβαση παίζει καθοριστικό ρόλο. Όσο νωρίτερα εντοπιστεί μια δυσκολία, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες το παιδί να προχωρήσει με λιγότερα εμπόδια, να αναπτύξει αυτοπεποίθηση και να ενταχθεί ομαλά στο σχολείο και τις κοινωνικές του σχέσεις.
Ας δούμε τα βασικά σημάδια που πρέπει να κινητοποιήσουν έναν γονιό:
Το παιδί δεν λέει ούτε μία λέξη μέχρι τα 18-24 μήνες.
Έχει πολύ περιορισμένο λεξιλόγιο για την ηλικία του ή σχηματίζει φράσεις με μεγάλη δυσκολία.
Παρουσιάζει αδυναμία κατανόησης βασικών οδηγιών ή ερωτήσεων.
Μιλάει με τρόπο που είναι δυσνόητος σε άτομα εκτός του στενού οικογενειακού κύκλου.
Αντικαθιστά ή παραλείπει ήχους (π.χ. λέει «ταύλα» αντί «καρέκλα»).
Επαναλαμβάνει συλλαβές ή λέξεις (τραυλισμός) ή δείχνει έντονη δυσκολία στην έναρξη της ομιλίας.
Αποφεύγει την επαφή με το βλέμμα, δεν ανταποκρίνεται στο όνομά του, έχει περιορισμένο παιχνίδι φαντασίας (πιθανές ενδείξεις αυτιστικού φάσματος).
Δυσκολεύεται στη μάσηση ή την κατάποση στερεών τροφών.
Η ανησυχία για οποιοδήποτε από τα παραπάνω σημεία δεν πρέπει να οδηγεί σε πανικό, αλλά σε αναζήτηση βοήθειας. Ο λογοθεραπευτής είναι ο κατάλληλος ειδικός για να αξιολογήσει την ανάπτυξη του λόγου, της ομιλίας και της επικοινωνίας και να καθορίσει αν χρειάζεται παρέμβαση ή απλώς παρακολούθηση.
Η διαδικασία ξεκινά συνήθως με μια λεπτομερή αξιολόγηση. Ο λογοθεραπευτής θα πάρει αναλυτικό ιστορικό από τους γονείς, θα παρατηρήσει το παιδί και θα χρησιμοποιήσει σταθμισμένα εργαλεία για να εντοπίσει τις ανάγκες του. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, θα σχεδιάσει ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα θεραπείας, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει:
Ασκήσεις για ανάπτυξη λεξιλογίου και φράσεων.
Παρέμβαση σε φωνολογικά ή αρθρωτικά λάθη.
Τεχνικές για βελτίωση της ροής του λόγου σε περίπτωση τραυλισμού.
Αισθητικοκινητικές ασκήσεις για δυσκολίες στη μάσηση και την κατάποση.
Συμβουλές και καθοδήγηση για τους γονείς, ώστε να ενισχύσουν την πρόοδο στο σπίτι.
Εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος των γονέων. Με απλές καθημερινές πρακτικές, όπως το διάβασμα παραμυθιών, το τραγούδι, οι συζητήσεις και το παιχνίδι, οι γονείς μπορούν να υποστηρίξουν το παιδί τους, να ενισχύσουν την αλληλεπίδραση και να μετατρέψουν τη μάθηση σε μια ευχάριστη εμπειρία.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το κάθε παιδί είναι μοναδικό. Δεν συγκρίνουμε, δεν βάζουμε ετικέτες, δεν πανικοβαλλόμαστε. Με υπομονή, αγάπη και την καθοδήγηση των ειδικών, το παιδί έχει όλες τις πιθανότητες να προχωρήσει με αυτοπεποίθηση στον δικό του δρόμο επικοινωνίας.